12/2/10

"ο Μαυροπόδης και η... Πρασινοσκουφίτσα"



Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε μια λύκαινα σε ένα δάσος με το λυκάκι της που το έλεγαν Μαυροπόδη, διότι στο δεξί του πόδι είχε ένα μαύρο σημάδι.
Μια μέρα του είπε μητέρα του:
-Μαυροπόδη, πάρε αυτό το καλάθι με το φαγητό και τα φάρμακα να τα πας στην άρρωστη γιαγιά σου, στην άλλη άκρη του δάσους. Πρόσεξε όμως, διότι στο δάσος κυκλοφορεί ένα κορίτσι, η Κοκκινοσκουφίτσα, που δεν αγαπάει τους λύκους και προσπαθεί να τους φυλακίσει αν τους πιάσει, διότι ουρλιάζουν, λέει, όλο το βράδυ και δεν την αφήνουν να κοιμηθεί, επειδή το σπίτι της είναι δίπλα στο δάσος.
-Εντάξει, μητέρα, είπε το λυκάκι και ξεκίνησε.
Στο δρόμο που πήγαινε συνάντησε την Κοκκινοσκουφίτσα. Αυτή τον ρώτησε:
-Πού πας, λύκε;
-Πάω στη γιαγιά μου να της πάρω φαγητό, που μένει στην άλλη άκρη του δάσους, είπε το λυκάκι φοβισμένο και έφυγε γρήγορα, διότι κατάλαβε πως αυτή ήταν η Κοκκινοσκουφίτσα, αφού φορούσε μια ωραία κόκκινη σκούφια.
Η Κοκκινοσκουφίτσα έφτασε πρώτη τρέχοντας στο σπίτι της γιαγιάς λύκαινας και επειδή ήταν άρρωστη και αδύνατη την έδεσε με ένα σκοινί και την έβαλε στην ντουλάπα. Μετά φόρεσε τα ρούχα της γιαγιάς και ξάπλωσε στο κρεβάτι της.
Όταν ήρθε το λυκάκι και πήγε κοντά στο κρεβάτι της γιαγιάς του, τη ρώτησε παραξενεμένο:
-Γιατί, γιαγιά, έχεις τόσο μικρά μάτια;
-Διότι δε βλέπω τόσο καλά, παιδάκι μου.
-Γιατί έχεις τόσο μικρά αυτιά;
-Γιατί δεν ακούω τόσο καλά, λυκάκι μου.
-Γιατί το στόμα σου είναι τόσο μικρό, γιαγιά;
-Διότι έχω μέρες να φάω, παιδάκι μου.
Και ξαφνικά πετάγεται πάνω αγριεμένη η Κοκκινοσκουφίτσα, δένει το μικρό λυκάκι χειροπόδαρα και το βάζει και αυτό στη ντουλάπα. Μετά βγαίνει έξω για να φωνάξει τον κυνηγό, για να τη βοηθήσει να βάλουν σε κλουβιά τους λύκους. Όταν τον βρήκε, αυτός φορούσε μια ωραία πράσινη στολή και κρατούσε ένα δίκαννο. Τότε του φώναξε:
- Κύριε κυνηγέ, ελάτε να με βοηθήσετε που έπιασα δύο λύκους.
-Τι λες Κοκκινοσκουφίτσα; Εγώ σταμάτησα πια να κυνηγώ λύκους, πουλιά και άλλα διάφορα ζώα. Έγινα μέλος σε μια περιβαλλοντική οργάνωση. Πρέπει να αγαπάμε και να προστατεύουμε όλα τα πλάσματα του πλανήτη μας, διότι έχουν δικαίωμα στη ζωή. Το δίκαννο μου δεν πετάει πλέον σφαίρες, αλλά νερό και όταν κάποιο ζώο ή πουλί είναι διψασμένο του δίνω από αυτό. Μοιάζει με νεροπίστολο.
- Μπορώ να γίνω και εγώ μέλος σε αυτήν την οργάνωση; Ρώτησε η Κοκκινοσκουφίτσα.
- Φυσικά και μπορείς. Θα σου δώσουμε ένα καλάθι με σπόρους και όταν το δάσος είναι χιονισμένο και τα πουλιά πεινούν, θα τους ρίχνεις για να τρώνε. Επίσης και ένα πράσινο σκουφάκι, διότι το πράσινο είναι το χρώμα της οργάνωσης μας. Έτσι από εδώ και πέρα θα σε λέμε Πρασινοσκουφίτσα και όχι Κοκκινοσκουφίτσα.
-Είμαι πολύ χαρούμενη. Πάμε τότε να ελευθερώσουμε τους λύκους και από εδώ και πέρα δε θα ξαναπαραπονεθώ για το ουρλιαχτό τους διότι αυτός είναι ο τρόπος να μιλούν μεταξύ τους, είπε η Κοκκινοσκουφίτσα.
Έτσι οι δυο λύκοι έφυγαν χαρούμενοι για το δάσος και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

(Νεκτάριος, δ΄ τάξη)

3 σχόλια:

Γιάννης Παπαθανασίου είπε...

Μπράβο Νεκτάριε, πολύ καλό, ιδιαίτερα το φινάλε του παραμυθιού!
Να γίνονταν και στην πραγματικότητα έτσι!!

Unknown είπε...

Υπέροχα ,Νεκτάριε πολύ ωραία,ιστορία!!!

marilia είπε...

Συγχαρητήρια, Νεκτάριε! Υπέροχο το παραμυθάκι σου!!!